ΠΑΡΑΣΚΕΥΉ, 17 ΦΕΒΡΟΥΑΡΊΟΥ 2012
Ποιά συμφέροντα εξυπηρέτησε ο Σαμαράς με το «ναι» στη δανειακή;
Στην περιπέτεια του Αστερίξ με τίτλο «Ο γύρος της Γαλατίας», ένας Γαλάτης που προδίδει τον Αστερίξ και τον Οβελίξ στους Ρωμαίους, προσπαθώντας να δικαιολογήσει ηθικά την πράξη του, λέει το αμίμητο «δεν το κάνω χωρίς λόγο, το κάνω για τα λεφτά!». Η οξύμωρη αυτή φράση δείχνει με χιουμοριστικό μαξιμαλισμό μια πολύ απλή αλήθεια: Το ...
κακό σπάνια έως ποτέ δεν το αντιλαμβάνεται ως «κακό» αυτός που το διαπράττει. Πάντοτε έχει την ανάγκη να εμφανίζεται στη συνείδηση του ανθρώπου ως «καλό». Ο αρχαίος ημών Σωκράτης το εξέφρασε πολύ ωραία με τη φράση «ουδείς εκών κακός».
Ακούσαμε διάφορα λοιπόν για να δικαιολογηθεί το «ναι» στη δανειακή, ειδικά από τον Σαμαρά. Σώζεται η χώρα, που αλλιώς δεν θα είχε πετρέλαιο κλπ. Πώς το είχαμε πει το Μάιο του 2010; Δεν θα είχε για μισθούς και συντάξεις. Τώρα που έγινε κοινή συνείδηση ότι το Μάιο του 2010 τα λεφτά δεν πήγαν σε μισθούς και συντάξεις, αλλά στις διεθνείς τράπεζες, βρήκαμε το πετρέλαιο και τα φάρμακα. Όταν καταλάβει ο κόσμος ότι και αυτό είναι δούλεμα, θα βρουν κάτι άλλο, έχει ο μπαχτσές πολλή προπαγάνδα ακόμα – οι προπαγανδιστές να είν’ καλά.
Αν όμως απορρίψουμε την εκδοχή του πράγματι να «σώθηκε» η χώρα (όπως κάνουν ενστικτωδώς οι περισσότεροι Έλληνες, ακόμη και αυτοί που η προπαγάνδα τους αναγκάζει να εκφέρουν δημοσίως ένα «ναι» στη δανειακή και στη λεγόμενη «σωτηρία»), ποιος να είναι ο λόγος που ο Σαμαράς είπε «ναι»;
Θα επιχειρήσουμε να δώσουμε μια απάντηση βασισμένη όχι σε πληροφόρηση, αλλά σε προσωπικές εκτιμήσεις του γράφοντος, οι οποίες υπόκεινται, ως προσωπικές εκτιμήσεις, στη βάσανο του ελέγχου και της κριτικής του αναγνώστη. Ως βάση της εκτίμησης τίθενται τα ακόλουθα τρία συλλογιστικά δεδομένα:
1ο συλλογιστικό δεδομένο: Η ελληνική κρίση ξεκίνησε ως νομισματικός πόλεμος μεταξύ δολαρίου και ευρώ. Οι αδύναμες το 2008-2009 ΗΠΑ αναγκάστηκαν να κόψουν νόμισμα και, μετά την άρνηση της ζώνης του ευρώ να κάνει το ίδιο, έπρεπε με κάποιο τρόπο να πείσουν τους σεΐχηδες να εξακολουθήσουν να τιμολογούν το πετρέλαιο σε δολάρια. Έπρεπε, συνεπώς, να αποδυναμώσουν το ευρώ. Βρέθηκε ο άνθρωπός τους, ο ΓΑΠ, ο οποίος υπονόμευσε συνειδητά την πιστοληπτική ικανότητα της Ελλάδας, προκειμένου να εξαναγκάσει τη Γερμανία και τη λοιπή ευρωζώνη να χρηματοδοτήσουν την Ελλάδα. Με τον τρόπο αυτό, παραβιαζόταν οι ιδρυτικές αρχές του ευρώ, η Γερμανία έμπαινε στη λογική να χρεωθεί για «αδύναμες και αναξιόπιστες» χώρες και, από εκεί που το ευρώ απολάμβανε την παλιά αξιοπιστία του μάρκου, θα γινόταν έρμαιο της αναξιοπιστίας των «αδύναμων» χωρών.
2ο συλλογιστικό δεδομένο: «Καλή» για το δολάριο η ελληνική κρίση για αρχή, αλλά πώς θα μονιμοποιούνταν τα αποτελέσματά της και θα υπονομευόταν μόνιμα η αξιοπιστία του ευρώ; Με δύο τρόπους: Είτε με την έκδοση ευρωομολόγου, είτε με το «κόψιμο χρήματος» από την ΕΚΤ. Η μεν έκδοση ευρωομολόγου θα μονιμοποιούσε τη συνευθύνη της Γερμανίας για τα χρέη του Νότου, το δε κόψιμο χρήματος δεν θα χρειαζόταν να γίνει πάνω από μία φορά για να διαψεύσει για πάντα τις ιδρυτικές αρχές του ευρώ (που ήταν και οι αρχές του μεταπολεμικού γερμανικού μάρκου). Για να καταστεί δυνατό ένα από τα δύο αυτά αποτελέσματα, έπρεπε να μεταδοθεί η κρίση σε όσο γίνεται περισσότερα και μεγαλύτερα κράτη της Ευρώπης. Έτσι, βιώσαμε τη συντονισμένη μετάδοση του ελληνικού «ιού», που έφερε ο ΓΑΠ στην ευρωζώνη, στην Ιρλανδία και στην Πορτογαλία, με τελικό διακύβευμα την Ισπανία και την Ιταλία. Τη δουλειά ανέλαβαν από τη μία οι ελεγχόμενες από τις δυνάμεις του δολαρίου «αγορές» και από την άλλη οι εγκάθετοι της «παγκόσμιας διακυβέρνησης» στην ευρωπαϊκή γραφειοκρατία.
3ο συλλογιστικό δεδομένο: Δεν πρέπει θεωρήσουμε τη σημερινή Γερμανία ως ένα κράτος που είναι πλήρως σε θέση να υπερασπιστεί τα δικά του συμφέροντα. Η Γερμανία ελέγχεται πολλαπλά τόσο από την κυβέρνηση των ΗΠΑ, όσο και από τις αόρατες δυνάμεις της λεγόμενης «παγκόσμιας διακυβέρνησης», που βρίσκεται σε μεγάλο βαθμό και πίσω από την ελληνική κρίση. Δεν πρέπει δηλαδή να σκεφτόμαστε με όρους εθνικούς ούτε σε σχέση με τις ΗΠΑ, ούτε σε σχέση με τη Γερμανία. Το κάθε κράτος εξυπηρετεί είτε κοινά προγραμματικά συμφέροντα της «παγκόσμιας διακυβέρνησης», είτε επιμέρους επιχειρηματικά και κυρίως τραπεζικά συμφέροντα, είτε σε ορισμένες περιπτώσεις, τα δικά του εθνικά συμφέροντα. Η σημερινή Γερμανία της Μέρκελ είναι γεγονός ότι προσπαθεί όσο μπορεί να υπερασπιστεί τα συμφέροντα της Γερμανίας, όμως είναι φανερό ότι υπάρχουν δεσμεύσεις που την εμποδίζουν, αφενός να μιλήσει ανοικτά στους πολίτες της για τον αναντίρρητο νομισματικό πόλεμο που είναι σε εξέλιξη, αφετέρου να αντιδράσει με τρόπο απόλυτα ευθυγραμμισμένο με τα γερμανικά συμφέροντα.
Πώς αντέδρασε λοιπόν η Γερμανία, όταν το αργότερο τον Φεβρουάριο-Μάρτιο του 2010 έγινε φανερό ότι ο ΓΑΠ κινείται με σκοπό να εξαναγκάσει την Γερμανία να δανείσει χρήματα στην Ελλάδα και να οδηγήσει τις ιδρυτικές αρχές του ευρώ σε κατάρρευση; Βρέθηκε σε ένα δίλημμα «μπρος γκρεμός και πίσω ρέμα». Από τη μια φοβήθηκε την «τιμωρία των αγορών» έναντι του ευρώ, αν επιτρέψει σε μια χώρα του ευρώ να πάει σε στάση των δανειακών πληρωμών της («χρεωκοπία») και από την άλλη, εάν ενέδιδε στον εκβιασμό το δολαρίου, κινδύνευαν οι βάσεις της αξιοπιστίας του νομίσματός της. Αποφάσισε λοιπόν να πάει μεν με τα «νερά» των «αγορών» και να δεχθεί μεν καταρχήν την λεγόμενη «διάσωση» της Ελλάδας, θέτοντας όμως ως όρο τη συμμετοχή του ΔΝΤ στη λεγόμενη «διάσωση», ώστε το πρόγραμμα «διάσωσης» να αποκτήσει χαρακτηριστικά τέτοια, που να αναγκάζεται να μην το θέλει κανένας άλλος για τον εαυτό του.
Βέβαια, είδαμε ότι ενώ στην αρχή η Μέρκελ δεν ήθελε να δει τον ΓΑΠ ούτε ζωγραφιστό, στην πορεία μετέβαλε στάση και τον βράβευσε και με διάφορα βραβεία. Είμαι της γνώμης ότι αυτό έγινε επειδή ο ΓΑΠ αφενός τους έπεισε ότι θέλει να «διορθώσει» τους «τεμπέληδες και διεφθαρμένους Έλληνες», αφετέρου τους έταξε το ξεπούλημα της χώρας μέσω των λεγόμενων «αποκρατικοποιήσεων».
Η στάση Σαμαρά
Ποια στάση κράτησε από την αρχή σε όλα αυτά ο Σαμαράς; Αναμφίβολα ήταν ενήμερος για τον υπόγειο νομισματικό πόλεμο. Πέρα από την ενίσχυση που έδωσε στον ΓΑΠ μέσω της εξαιρετικά χλιαρής αντιπολίτευσης που έκανε (και περιγράψαμε εδώ) και, άρα, έμμεσα υποβοήθησε τη χρήση της Ελλάδας ως πολιορκητικού κριού, η καλύτερη απόδειξη ότι η στάση του Σαμαρά στον υπόγειο νομισματικό είναι υπέρ του δολαρίου είναι η πρότασή του για ευρωομόλογο (μάλωνε μάλιστα με τον ΓΑΠ για το ποιος το πρωτοπρότεινε). Το ότι η έκδοση ευρωομολόγου ή το κόψιμο χρήματος είναι το τελικό στάδιο του «σχεδίου» δεν το λέει κανένας συνωμοσιολόγος Επώνυμος, αλλά το έχουν πει διάφοροι και μας το επανέλαβε μόλις προχθές γνωστός καθεστωτικός εγκάθετος.
Ο Σαμαράς όμως έκανε και κάτι άλλο πολύ σημαντικό από πλευράς πολιτικής: Ποτέ δεν είπε ένα έντιμο «όχι» στα γερμανικά-ευρωπαϊκά χρήματα. Από την αρχή, η θέση του ήταν ότι καταψηφίζει το πρώτο Μνημόνιο «όχι γιατί αρνούμαστε τη χρηματοδοτική στήριξη, που το ΠΑΣΟΚ κατέστησε απαραίτητη πλέον. Αλλά διότι διαφωνούμε με την πολιτική που μας οδήγησε ως εδώ και με την κυβερνητική οικονομική στρατηγική αντιμετώπισης της κρίσης». Ήθελε δηλαδή τα χρήματα, χωρίς τις πολιτικές που τα συνόδευαν. Αυτό από μόνο του δεν θα ήταν βέβαια κακό για τη χώρα. Το κακό ήταν όχι υιοθέτησε τη λογική ΓΑΠ-δολαρίου, λέγοντας ότι η χρηματοδοτική στήριξη από την ευρωζώνη «κατέστη πλέον απαραίτητη». Έτσι, από τη μια υιοθέτησε τη λογική που ήθελε την κατάρρευση των ιδρυτικών αρχών του ευρώ (αυτό δεν μας νοιάζει ιδιαίτερα στην Ελλάδα, μια που ποτέ δεν είχαμε εμείς τέτοιες απαιτήσεις από το νόμισμά μας), ενώ από την άλλη απέρριπτε τη λογική «θα σας πληρώσω, αλλά θα σας κάνω να το μετανιώσετε», που υιοθέτησε η Μέρκελ, μπαίνοντας για τα καλά στο μάτι της.
Θέλω να υπογραμμίσω ότι δεν έχω κανένα πρόβλημα να μπει ο Σαμαράς στο μάτι της Μέρκελ, αν αυτό είναι για το καλό της χώρας μας. Να μπει χίλιες φορές. Όμως να το κάνει για το σωστό λόγο. Ο Σαμαράς είπε «θέλω τα λεφτά, αλλά δεν θέλω τα μέτρα». Αυτό που θα έπρεπε να είχε πει για να βοηθήσει πραγματικά τη χώρα (δεν θα βοηθούσε όμως έτσι το δολάριο…) ήταν «δεν δέχομαι τα μέτρα σας και δεν θέλω ούτε τα λεφτά σας». Ασχέτως του ότι θα ήταν πολιτικά πιο έντιμο, σχεδόν όλοι σήμερα, που η Ελλάδα βαδίζει ούτως ή άλλως και τυπικά προς χρεωκοπία, παραδέχονται πως τον Απρίλιο-Μάιο του 2010 η Ελλάδα θα μπορούσε να πάει σε χρεωκοπία με πολύ πιο συμφέροντες όρους για την ίδια. Και βέβαια, όπως έχουμε ήδη αποδείξει εδώ και εδώ, η Ελλάδα μπορούσε ακόμη να είχε κρατηθεί στις αγορές, όπως άλλωστε έπραξαν με νύχια και με δόντια η Ιταλία και η Ισπανία τον Δεκέμβριο του 2011 και ήδη το κόστος δανεισμού των δύο αυτών χωρών έχει μειωθεί σημαντικά. Αντί λοιπόν ο Σαμαράς να δείξει τις εκτός Μνημονίου εναλλακτικές (είτε να επιμείνει για δανεισμό από τις αγορές, είτε να πει ανοικτά ότι μια που το Μνημόνιο έτσι κι αλλιώς δεν βγαίνει άρα μας συμφέρει μια «χρεωκοπία» νωρίς, παρά αργότερα), είπε «ναι στα χρήματα», υιοθετώντας τη λογική που τεχνητά έφερε το δολάριο περί δήθεν «ανάγκης χρηματοδοτικής στήριξης της Ελλάδας».
Την ίδια λογική ακολουθεί απαράλλακτα μέχρι σήμερα ο Σαμαράς, με τη διαφορά ότι οι κυβερνητικές ευθύνες που αναγκάστηκε να αναδεχθεί λόγω της εγκληματικής για τον ίδιο, αλλά αποκαλυπτικής για εμάς τους υπόλοιπους συμμετοχής του στην κυβέρνηση Παπαδήμου, κατέδειξαν ότι δεν είχε καμία τύχη η λεγόμενη «επαναδιαπραγμάτευση» στη λογική «θέλω τα λεφτά, δεν θέλω τα μέτρα». Λογικό, μια που αυτή η λογική εξαγρίωνε τη Γερμανία και την ανάγκαζε να ζητάει όλο και πιο σκληρά μέτρα, για να τιμωρήσει τους «τεμπέληδες και διεφθαρμένους Έλληνες» που τολμούν να ζητούν να ζουν με γερμανικά χρήματα.
Και κερατάς και δαρμένος δηλαδή… Τη στιγμή που όλοι οι ανεξάρτητοι οικονομολόγοι σε Ελλάδα και Ευρώπη επισημαίνουν (αλλά και η μεγάλη πλειονότητα του ελληνικού λαού ενστικτωδώς αντιλαμβάνεται) ότι, σε σχέση με τη νέα δανειακή, είναι απείρως συμφερότερη για την Ελλάδα είτε η στάση πληρωμών των δανείων («χρεωκοπία») εντός του ευρώ, είτε η επιστροφή στη δραχμή, ο Σαμαράς υπερψηφίζει μια δανειακή που δίδει το αγγλικό δίκαιο στους δανειστές και τη δυνατότητα στο δολάριο να συνεχίσει να χρησιμοποιεί την Ελλάδα ως πολιορκητικό κριό.
Επίλογος
Ξεκινήσαμε με τη χιουμοριστική φράση του Γαλάτη καταδότη «δεν το κάνω χωρίς λόγο, το κάνω για τα λεφτά». Φαίνεται ότι και ο Σαμαράς (όπως και ο καθεστωτικός εγκάθετος) που αναφέραμε παραπάνω, αντιλαμβάνεται την υπερψήφιση της δανειακής ως «σωτηρία» για τη χώρα, με τη λογική ότι πετάει το μπαλάκι στη Γερμανία και θα φέρει πιο κοντά το ευρωομόλογο… Άρα, δεν θυσιάζει την Ελλάδα στο βωμό της νέας δανειακής «χωρίς λόγο», το κάνει για το ευρωομόλογο…
Μόνο που… ξεχνάει να πει στον εαυτό του ότι το ευρωομόλογο προϋποθέτει ότι θα θεσμοθετηθεί μόνιμα αυτό που συμβαίνει σήμερα με τα Μνημόνια: η χρηματοδοτική και οικονομική κηδεμονία της Ελλάδας από την Ευρώπη!
Το θέλουμε αυτό, Αντώνη Σαμαρά;
Το θέλουμε αυτό, φίλες και φίλοι;
Εγώ λέω όχι!
Επώνυμος
κακό σπάνια έως ποτέ δεν το αντιλαμβάνεται ως «κακό» αυτός που το διαπράττει. Πάντοτε έχει την ανάγκη να εμφανίζεται στη συνείδηση του ανθρώπου ως «καλό». Ο αρχαίος ημών Σωκράτης το εξέφρασε πολύ ωραία με τη φράση «ουδείς εκών κακός».
Ακούσαμε διάφορα λοιπόν για να δικαιολογηθεί το «ναι» στη δανειακή, ειδικά από τον Σαμαρά. Σώζεται η χώρα, που αλλιώς δεν θα είχε πετρέλαιο κλπ. Πώς το είχαμε πει το Μάιο του 2010; Δεν θα είχε για μισθούς και συντάξεις. Τώρα που έγινε κοινή συνείδηση ότι το Μάιο του 2010 τα λεφτά δεν πήγαν σε μισθούς και συντάξεις, αλλά στις διεθνείς τράπεζες, βρήκαμε το πετρέλαιο και τα φάρμακα. Όταν καταλάβει ο κόσμος ότι και αυτό είναι δούλεμα, θα βρουν κάτι άλλο, έχει ο μπαχτσές πολλή προπαγάνδα ακόμα – οι προπαγανδιστές να είν’ καλά.
Αν όμως απορρίψουμε την εκδοχή του πράγματι να «σώθηκε» η χώρα (όπως κάνουν ενστικτωδώς οι περισσότεροι Έλληνες, ακόμη και αυτοί που η προπαγάνδα τους αναγκάζει να εκφέρουν δημοσίως ένα «ναι» στη δανειακή και στη λεγόμενη «σωτηρία»), ποιος να είναι ο λόγος που ο Σαμαράς είπε «ναι»;
Θα επιχειρήσουμε να δώσουμε μια απάντηση βασισμένη όχι σε πληροφόρηση, αλλά σε προσωπικές εκτιμήσεις του γράφοντος, οι οποίες υπόκεινται, ως προσωπικές εκτιμήσεις, στη βάσανο του ελέγχου και της κριτικής του αναγνώστη. Ως βάση της εκτίμησης τίθενται τα ακόλουθα τρία συλλογιστικά δεδομένα:
1ο συλλογιστικό δεδομένο: Η ελληνική κρίση ξεκίνησε ως νομισματικός πόλεμος μεταξύ δολαρίου και ευρώ. Οι αδύναμες το 2008-2009 ΗΠΑ αναγκάστηκαν να κόψουν νόμισμα και, μετά την άρνηση της ζώνης του ευρώ να κάνει το ίδιο, έπρεπε με κάποιο τρόπο να πείσουν τους σεΐχηδες να εξακολουθήσουν να τιμολογούν το πετρέλαιο σε δολάρια. Έπρεπε, συνεπώς, να αποδυναμώσουν το ευρώ. Βρέθηκε ο άνθρωπός τους, ο ΓΑΠ, ο οποίος υπονόμευσε συνειδητά την πιστοληπτική ικανότητα της Ελλάδας, προκειμένου να εξαναγκάσει τη Γερμανία και τη λοιπή ευρωζώνη να χρηματοδοτήσουν την Ελλάδα. Με τον τρόπο αυτό, παραβιαζόταν οι ιδρυτικές αρχές του ευρώ, η Γερμανία έμπαινε στη λογική να χρεωθεί για «αδύναμες και αναξιόπιστες» χώρες και, από εκεί που το ευρώ απολάμβανε την παλιά αξιοπιστία του μάρκου, θα γινόταν έρμαιο της αναξιοπιστίας των «αδύναμων» χωρών.
2ο συλλογιστικό δεδομένο: «Καλή» για το δολάριο η ελληνική κρίση για αρχή, αλλά πώς θα μονιμοποιούνταν τα αποτελέσματά της και θα υπονομευόταν μόνιμα η αξιοπιστία του ευρώ; Με δύο τρόπους: Είτε με την έκδοση ευρωομολόγου, είτε με το «κόψιμο χρήματος» από την ΕΚΤ. Η μεν έκδοση ευρωομολόγου θα μονιμοποιούσε τη συνευθύνη της Γερμανίας για τα χρέη του Νότου, το δε κόψιμο χρήματος δεν θα χρειαζόταν να γίνει πάνω από μία φορά για να διαψεύσει για πάντα τις ιδρυτικές αρχές του ευρώ (που ήταν και οι αρχές του μεταπολεμικού γερμανικού μάρκου). Για να καταστεί δυνατό ένα από τα δύο αυτά αποτελέσματα, έπρεπε να μεταδοθεί η κρίση σε όσο γίνεται περισσότερα και μεγαλύτερα κράτη της Ευρώπης. Έτσι, βιώσαμε τη συντονισμένη μετάδοση του ελληνικού «ιού», που έφερε ο ΓΑΠ στην ευρωζώνη, στην Ιρλανδία και στην Πορτογαλία, με τελικό διακύβευμα την Ισπανία και την Ιταλία. Τη δουλειά ανέλαβαν από τη μία οι ελεγχόμενες από τις δυνάμεις του δολαρίου «αγορές» και από την άλλη οι εγκάθετοι της «παγκόσμιας διακυβέρνησης» στην ευρωπαϊκή γραφειοκρατία.
3ο συλλογιστικό δεδομένο: Δεν πρέπει θεωρήσουμε τη σημερινή Γερμανία ως ένα κράτος που είναι πλήρως σε θέση να υπερασπιστεί τα δικά του συμφέροντα. Η Γερμανία ελέγχεται πολλαπλά τόσο από την κυβέρνηση των ΗΠΑ, όσο και από τις αόρατες δυνάμεις της λεγόμενης «παγκόσμιας διακυβέρνησης», που βρίσκεται σε μεγάλο βαθμό και πίσω από την ελληνική κρίση. Δεν πρέπει δηλαδή να σκεφτόμαστε με όρους εθνικούς ούτε σε σχέση με τις ΗΠΑ, ούτε σε σχέση με τη Γερμανία. Το κάθε κράτος εξυπηρετεί είτε κοινά προγραμματικά συμφέροντα της «παγκόσμιας διακυβέρνησης», είτε επιμέρους επιχειρηματικά και κυρίως τραπεζικά συμφέροντα, είτε σε ορισμένες περιπτώσεις, τα δικά του εθνικά συμφέροντα. Η σημερινή Γερμανία της Μέρκελ είναι γεγονός ότι προσπαθεί όσο μπορεί να υπερασπιστεί τα συμφέροντα της Γερμανίας, όμως είναι φανερό ότι υπάρχουν δεσμεύσεις που την εμποδίζουν, αφενός να μιλήσει ανοικτά στους πολίτες της για τον αναντίρρητο νομισματικό πόλεμο που είναι σε εξέλιξη, αφετέρου να αντιδράσει με τρόπο απόλυτα ευθυγραμμισμένο με τα γερμανικά συμφέροντα.
Πώς αντέδρασε λοιπόν η Γερμανία, όταν το αργότερο τον Φεβρουάριο-Μάρτιο του 2010 έγινε φανερό ότι ο ΓΑΠ κινείται με σκοπό να εξαναγκάσει την Γερμανία να δανείσει χρήματα στην Ελλάδα και να οδηγήσει τις ιδρυτικές αρχές του ευρώ σε κατάρρευση; Βρέθηκε σε ένα δίλημμα «μπρος γκρεμός και πίσω ρέμα». Από τη μια φοβήθηκε την «τιμωρία των αγορών» έναντι του ευρώ, αν επιτρέψει σε μια χώρα του ευρώ να πάει σε στάση των δανειακών πληρωμών της («χρεωκοπία») και από την άλλη, εάν ενέδιδε στον εκβιασμό το δολαρίου, κινδύνευαν οι βάσεις της αξιοπιστίας του νομίσματός της. Αποφάσισε λοιπόν να πάει μεν με τα «νερά» των «αγορών» και να δεχθεί μεν καταρχήν την λεγόμενη «διάσωση» της Ελλάδας, θέτοντας όμως ως όρο τη συμμετοχή του ΔΝΤ στη λεγόμενη «διάσωση», ώστε το πρόγραμμα «διάσωσης» να αποκτήσει χαρακτηριστικά τέτοια, που να αναγκάζεται να μην το θέλει κανένας άλλος για τον εαυτό του.
Βέβαια, είδαμε ότι ενώ στην αρχή η Μέρκελ δεν ήθελε να δει τον ΓΑΠ ούτε ζωγραφιστό, στην πορεία μετέβαλε στάση και τον βράβευσε και με διάφορα βραβεία. Είμαι της γνώμης ότι αυτό έγινε επειδή ο ΓΑΠ αφενός τους έπεισε ότι θέλει να «διορθώσει» τους «τεμπέληδες και διεφθαρμένους Έλληνες», αφετέρου τους έταξε το ξεπούλημα της χώρας μέσω των λεγόμενων «αποκρατικοποιήσεων».
Η στάση Σαμαρά
Ποια στάση κράτησε από την αρχή σε όλα αυτά ο Σαμαράς; Αναμφίβολα ήταν ενήμερος για τον υπόγειο νομισματικό πόλεμο. Πέρα από την ενίσχυση που έδωσε στον ΓΑΠ μέσω της εξαιρετικά χλιαρής αντιπολίτευσης που έκανε (και περιγράψαμε εδώ) και, άρα, έμμεσα υποβοήθησε τη χρήση της Ελλάδας ως πολιορκητικού κριού, η καλύτερη απόδειξη ότι η στάση του Σαμαρά στον υπόγειο νομισματικό είναι υπέρ του δολαρίου είναι η πρότασή του για ευρωομόλογο (μάλωνε μάλιστα με τον ΓΑΠ για το ποιος το πρωτοπρότεινε). Το ότι η έκδοση ευρωομολόγου ή το κόψιμο χρήματος είναι το τελικό στάδιο του «σχεδίου» δεν το λέει κανένας συνωμοσιολόγος Επώνυμος, αλλά το έχουν πει διάφοροι και μας το επανέλαβε μόλις προχθές γνωστός καθεστωτικός εγκάθετος.
Ο Σαμαράς όμως έκανε και κάτι άλλο πολύ σημαντικό από πλευράς πολιτικής: Ποτέ δεν είπε ένα έντιμο «όχι» στα γερμανικά-ευρωπαϊκά χρήματα. Από την αρχή, η θέση του ήταν ότι καταψηφίζει το πρώτο Μνημόνιο «όχι γιατί αρνούμαστε τη χρηματοδοτική στήριξη, που το ΠΑΣΟΚ κατέστησε απαραίτητη πλέον. Αλλά διότι διαφωνούμε με την πολιτική που μας οδήγησε ως εδώ και με την κυβερνητική οικονομική στρατηγική αντιμετώπισης της κρίσης». Ήθελε δηλαδή τα χρήματα, χωρίς τις πολιτικές που τα συνόδευαν. Αυτό από μόνο του δεν θα ήταν βέβαια κακό για τη χώρα. Το κακό ήταν όχι υιοθέτησε τη λογική ΓΑΠ-δολαρίου, λέγοντας ότι η χρηματοδοτική στήριξη από την ευρωζώνη «κατέστη πλέον απαραίτητη». Έτσι, από τη μια υιοθέτησε τη λογική που ήθελε την κατάρρευση των ιδρυτικών αρχών του ευρώ (αυτό δεν μας νοιάζει ιδιαίτερα στην Ελλάδα, μια που ποτέ δεν είχαμε εμείς τέτοιες απαιτήσεις από το νόμισμά μας), ενώ από την άλλη απέρριπτε τη λογική «θα σας πληρώσω, αλλά θα σας κάνω να το μετανιώσετε», που υιοθέτησε η Μέρκελ, μπαίνοντας για τα καλά στο μάτι της.
Θέλω να υπογραμμίσω ότι δεν έχω κανένα πρόβλημα να μπει ο Σαμαράς στο μάτι της Μέρκελ, αν αυτό είναι για το καλό της χώρας μας. Να μπει χίλιες φορές. Όμως να το κάνει για το σωστό λόγο. Ο Σαμαράς είπε «θέλω τα λεφτά, αλλά δεν θέλω τα μέτρα». Αυτό που θα έπρεπε να είχε πει για να βοηθήσει πραγματικά τη χώρα (δεν θα βοηθούσε όμως έτσι το δολάριο…) ήταν «δεν δέχομαι τα μέτρα σας και δεν θέλω ούτε τα λεφτά σας». Ασχέτως του ότι θα ήταν πολιτικά πιο έντιμο, σχεδόν όλοι σήμερα, που η Ελλάδα βαδίζει ούτως ή άλλως και τυπικά προς χρεωκοπία, παραδέχονται πως τον Απρίλιο-Μάιο του 2010 η Ελλάδα θα μπορούσε να πάει σε χρεωκοπία με πολύ πιο συμφέροντες όρους για την ίδια. Και βέβαια, όπως έχουμε ήδη αποδείξει εδώ και εδώ, η Ελλάδα μπορούσε ακόμη να είχε κρατηθεί στις αγορές, όπως άλλωστε έπραξαν με νύχια και με δόντια η Ιταλία και η Ισπανία τον Δεκέμβριο του 2011 και ήδη το κόστος δανεισμού των δύο αυτών χωρών έχει μειωθεί σημαντικά. Αντί λοιπόν ο Σαμαράς να δείξει τις εκτός Μνημονίου εναλλακτικές (είτε να επιμείνει για δανεισμό από τις αγορές, είτε να πει ανοικτά ότι μια που το Μνημόνιο έτσι κι αλλιώς δεν βγαίνει άρα μας συμφέρει μια «χρεωκοπία» νωρίς, παρά αργότερα), είπε «ναι στα χρήματα», υιοθετώντας τη λογική που τεχνητά έφερε το δολάριο περί δήθεν «ανάγκης χρηματοδοτικής στήριξης της Ελλάδας».
Την ίδια λογική ακολουθεί απαράλλακτα μέχρι σήμερα ο Σαμαράς, με τη διαφορά ότι οι κυβερνητικές ευθύνες που αναγκάστηκε να αναδεχθεί λόγω της εγκληματικής για τον ίδιο, αλλά αποκαλυπτικής για εμάς τους υπόλοιπους συμμετοχής του στην κυβέρνηση Παπαδήμου, κατέδειξαν ότι δεν είχε καμία τύχη η λεγόμενη «επαναδιαπραγμάτευση» στη λογική «θέλω τα λεφτά, δεν θέλω τα μέτρα». Λογικό, μια που αυτή η λογική εξαγρίωνε τη Γερμανία και την ανάγκαζε να ζητάει όλο και πιο σκληρά μέτρα, για να τιμωρήσει τους «τεμπέληδες και διεφθαρμένους Έλληνες» που τολμούν να ζητούν να ζουν με γερμανικά χρήματα.
Και κερατάς και δαρμένος δηλαδή… Τη στιγμή που όλοι οι ανεξάρτητοι οικονομολόγοι σε Ελλάδα και Ευρώπη επισημαίνουν (αλλά και η μεγάλη πλειονότητα του ελληνικού λαού ενστικτωδώς αντιλαμβάνεται) ότι, σε σχέση με τη νέα δανειακή, είναι απείρως συμφερότερη για την Ελλάδα είτε η στάση πληρωμών των δανείων («χρεωκοπία») εντός του ευρώ, είτε η επιστροφή στη δραχμή, ο Σαμαράς υπερψηφίζει μια δανειακή που δίδει το αγγλικό δίκαιο στους δανειστές και τη δυνατότητα στο δολάριο να συνεχίσει να χρησιμοποιεί την Ελλάδα ως πολιορκητικό κριό.
Επίλογος
Ξεκινήσαμε με τη χιουμοριστική φράση του Γαλάτη καταδότη «δεν το κάνω χωρίς λόγο, το κάνω για τα λεφτά». Φαίνεται ότι και ο Σαμαράς (όπως και ο καθεστωτικός εγκάθετος) που αναφέραμε παραπάνω, αντιλαμβάνεται την υπερψήφιση της δανειακής ως «σωτηρία» για τη χώρα, με τη λογική ότι πετάει το μπαλάκι στη Γερμανία και θα φέρει πιο κοντά το ευρωομόλογο… Άρα, δεν θυσιάζει την Ελλάδα στο βωμό της νέας δανειακής «χωρίς λόγο», το κάνει για το ευρωομόλογο…
Μόνο που… ξεχνάει να πει στον εαυτό του ότι το ευρωομόλογο προϋποθέτει ότι θα θεσμοθετηθεί μόνιμα αυτό που συμβαίνει σήμερα με τα Μνημόνια: η χρηματοδοτική και οικονομική κηδεμονία της Ελλάδας από την Ευρώπη!
Το θέλουμε αυτό, Αντώνη Σαμαρά;
Το θέλουμε αυτό, φίλες και φίλοι;
Εγώ λέω όχι!
Επώνυμος
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου