Νέος πακτωλός χρημάτων στις τράπεζες
Μια καλά σχεδιασμένη προσπάθεια για να δείξουν ότι όλα βαίνουν καλώς στην γηραιά Ευρώπη χαρακτήρισε τις παρεμβάσεις των ευρωπαίων αξιωματούχων στη σύνοδο του G20 στο Μεξικό, όπου συμμετείχαν οι υπουργοί Οικονομικών και οι κεντρικοί τραπεζίτες των είκοσι πλουσιότερων κρατών του πλανήτη. Σε αυτή την επιχείρηση της οποίας ηγήθηκε ο ίδιος ο υπουργός Οικονομικών της Γερμανίας, Βόλφγκανγκ Σόιμπλε, δεν έλειψαν ακόμη και υποδείξεις ευρωπαίων αξιωματούχων προς την μεριά της Ιαπωνίας και των ΗΠΑ οι οποίες μέχρι στιγμής δεν έχουν λάβει τα μέτρα άγριων περικοπών κοινωνικών δαπανών που έχουν εφαρμοστεί στην Ευρώπη.
Η προσπάθεια των Ευρωπαίων ωστόσο έπεσε στο κενό έπειτα από τις παρεμβάσεις αξιωματούχων όπως οι επικεφαλής του ΔΝΤ και του ΟΟΣΑ, οι οποίοι επεσήμαναν, έμμεσα πλην σαφώς, τις οξύτατες χρηματοδοτικές ανάγκες που αντιμετωπίζει το βραχύβιο «ευρωπαϊκό θαύμα». Η Κριστίν Λαγκάρντ ειδικότερα επεσήμανε την ανάγκη ενίσχυσης των πόρων του ΔΝΤ με επιπλέον 600 δισ. δολάρια (ή 450 δις. ευρώ), για να εισπράξει την άρνηση των ΗΠΑ να βάλουν το χέρι στην τσέπη. Ο Άνχελ Γκουρία από την μεριά του ζήτησε την αύξηση των κονδυλίων του Ευρωπαϊκού Μηχανισμού Σταθερότητας που θα τεθεί σε λειτουργία την 1η Ιουλίου, με το σκεπτικό ότι όσο μεγαλύτερη είναι η αξιοπιστία του τόσο λιγότερο πιθανό θα είναι να χρησιμοποιηθεί.
Η πραγματικότητα είναι πως το «ευρωπαϊκό θαύμα», το γεγονός δηλαδή πως εδώ και τρεις μήνες παρατηρείται μια στάση αναμονής από τη μεριά των αγορών έχοντας περιορίσει τις αμφισβητήσεις και τις επιθέσεις τους, στηρίζεται σε εξαιρετικά ασταθείς βάσεις. Ο σημαντικότερος λόγος σχετίζεται με την απόφαση του νέου διοικητή της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας στις 21 Δεκεμβρίου 2011 να προσφέρει σε 523 για την ακρίβεια ευρωπαϊκές τράπεζες 489 δισ. ευρώ υπό την μορφή χαμηλότοκου δανεισμού για μια χρονική διάρκεια που υπερβαίνει τα 3 χρόνια. Το ιλιγγιώδες αυτό ποσό τέθηκε στη διάθεση των τραπεζών για να ξεπεραστούν φαινόμενα πιστωτικής ασφυξίας που ήταν ορατά στην αγορά καθώς όλο και πιο διστακτικά η μια τράπεζα δάνειζε την άλλη. Περιττό να ειπωθεί πως την ίδια ακριβώς στιγμή η ΕΚΤ, υπό την διοίκηση του πρώην στελέχους της Goldman Sachs, Μάριο Ντράγκι, κώφευε προκλητικά στο αίτημα των κρατών για φθηνή χρηματοδότηση που θα τα γλύτωνε από την μέγγενη των αγορών. Επί της ουσίας με την χορήγηση ρευστότητας στις εμπορικές τράπεζες, η οποία μάλιστα με κανέναν τρόπο δεν διοχετεύτηκε στην ιδιωτική οικονομία, τα κράτη στέλνονταν στις τράπεζες να βρουν από ‘κει τους πόρους για την κάλυψη των ελλειμμάτων και των χρηματοδοτικών τους αναγκών. Λεφτά υπάρχουν επομένως κι αν δεν υπάρχουν δημιουργούνται, αλλά για τις τράπεζες.
Το ίδιο έργο θα ανέβει για δεύτερη φορά την Τετάρτη 29 Φεβρουαρίου με την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα να ετοιμάζεται να προσφέρει στις εμπορικές τράπεζες ξανά μισό τρισ. ευρώ για να ξεπεράσουν τα οξυμένα προβλήματα ρευστότητας που αντιμετωπίζουν. Το γεγονός μάλιστα ότι λίγες μόλις μέρες πριν ο πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας καταφέρθηκε εναντίον του ευρωπαϊκού κράτους πρόνοιας χαρακτηρίστηκε ως πρόκληση. Συγκεκριμένα ο Μάριο Ντράγκι, σε συνέντευξη που έδωσε στην Wall Street Journal την Παρασκευή 24 Φεβρουαρίου χαρακτήρισε αναπόφευκτη τη λιτότητα (για την κοινωνία και όχι για τις τράπεζες…) ενώ μάλιστα δήλωσε πως το κράτος πρόνοιας της Ευρώπης όπως θεμελιώθηκε την μεταπολεμική περίοδο έχει κλείσει τον κύκλο του. Οι δηλώσεις του προκάλεσαν την αντίδραση ακόμη και μεγάλης κυκλοφορίας οικονομικών εντύπων της Ευρώπης, όπως της γαλλικής La Tribune, η οποία υποδέχθηκε με τα εξής την παρέμβαση του Ντράγκι: «Οι δηλώσεις του προέδρου της ΕΚΤ θα μπορούσαν να θεωρηθούν προκλητικές σε μια συγκυρία που η ΕΚΤ ετοιμάζεται την Τετάρτη 29 Φεβρουαρίου να κόψει ένα τσεκ ύψους 500 δισ. ευρώ για τις τράπεζες, προσφέροντας απεριόριστη πίστωση ως μέρος μιας ευρύτερης προσπάθειας για να σωθεί το ευρώ. Υπό το φως τέτοιων δηλώσεων, πως περιμένει να εκτονώσει την αυξανόμενη και έντονη κριτική για τα μέτρα που θυσιάζουν τον πληθυσμό προκειμένου να σώσουν τα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα;» Το ερώτημα προφανώς είναι ρητορικό. Όταν με το ένα χέρι δίνεται μισό τρισ. στις τράπεζες, κι αυτό μάλιστα ως δεύτερη δόση, και με το άλλο χέρι απαιτείται στην Ελλάδα για παράδειγμα και μάλιστα την ακριβώς επόμενη μέρα, την 1η Μαρτίου, η μείωση των κατώτατων αμοιβών κατά 22% και για τους νέους κάτω των 25 ετών κατά 32% τότε η κριτική είναι αδύνατο να εκτονωθεί.
Υπάρχει όμως και κάτι άλλο. Το γεγονός ότι ακόμη κι έτσι, η ώρα της κρίσης απλώς μετατίθεται για αργότερα. Οι πακτωλοί χρημάτων στις τράπεζες, μια ευρωπαϊκή εκδοχή των αμερικανικών πολιτικών «ποσοτικής χαλάρωσης» επιλύουν προσωρινά τα προβλήματα αναβάλλοντας για το μέλλον τις επώδυνες αποφάσεις. Τότε όμως θα είναι ακόμη πιο οδυνηρές.
< Προηγούμενο | Επόμενο > |
---|
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου