Πίνακας περιεχομένων [Απόκρυψη]
1 Ελληνικά (el)
1.1 Ετυμολογία
1.2 Ουσιαστικό
1.2.1 Μεταφράσεις
[] Ελληνικά (el)
[] Ετυμολογία
χαράτσι < τουρκική haraç < αραβική χarāc خراج [] Ουσιαστικό χαράτσι ουδέτερο κεφαλικός φόρος που πλήρωναν οι μη Oθωμανοί υπήκοοι της οθωμανική αυτοκρατορίας
(μεταφορικά) αδικαιολόγητα υψηλή φορολογία
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου