Σάββατο 6 Αυγούστου 2011

ΟΙ ΕΛΛΗΝΕΣ ΠΟΥΛΟΥΣΑΝ ΑΓΓΟΥΡΙΑ ΝΑ ΑΓΟΡΑΣΟΥΝ ΜΕΡΣΕΝΤΕΣ


Αναρτήθηκε από τον/την olympiada στο Αυγούστου 5, 2011
Εάν αναρωτιέστε πώς μια παραδεισένια χώρα με τον ήλιο, την άμμο και τη θάλασσα του Αιγαίου μπορεί να βυθιστεί σε έναν λάκκο, συμπαρασύροντας μαζί της και το ευρώ, αναζητήστε το βιβλίο του Ιάσονα Μανωλόπουλου «Το ειδεχθές χρέος της Ελλάδας» (Greece’s Odious Debt).
Ο συγγραφέας, διαχειριστής κεφαλαίων αντιστάθμισης κινδύνου στην Dromeus Capital Group, περιγράφει την Ελλάδα ως περισσότερο μία αναδυόμενη παρά ανεπτυγμένη χώρα, η οποία δεν έπρεπε να έχει ενταχθεί στην Ευρωζώνη.«Ξεχάστε τον ευφυή δυτικό χαρακτηρισμό της ως το λίκνο της φιλοσοφίας και της διακυβέρνησης από τον δήμο. Σήμερα η Ελλάδα έχει εξελιχθεί σε μία κλεπτοκρατία, και όχι σε μία δημοκρατία με τη βορειοευρωπαϊκή έννοια του όρου. Μοιάζει περισσότερο με σύγχρονη Λερναία Υδρα με επτά κεφάλια, την ευνοικοκρατία, τον κρατισμό, τον νεποτισμό, το πελατειακό σύστημα, τη διαφθορά, τα κλειστά καταστήματα και τη σπατάλη», παρατηρεί.
Mετά τη στρέβλωση των 400 ετών της Τουρκοκρατίας και αφού οι Ελληνες επιβίωσαν των τρομακτικών ανθρώπινων απωλειών των δυο Παγκοσμίων Πολέμων, του Εμφυλίου και της Δικτατορίας, ξεπρόβαλαν στο προσκήνιο, κουβαλώντας μία παράδοση φοροδιαφυγής, την αίσθηση ενός δικαιώματος -η Δύση μας χρωστάει, έτσι δεν είναι; – και προσδίδοντας μεγάλο βάρος στην έννοια της οικογένειας και του στενού κυκλώματος. Ο κ. Μανωλόπουλος τεκμηριώνει τις απόψεις του με στατιστικά στοιχεία, ιστορίες και καυστικά σχόλια.
Οταν η χώρα υιοθέτησε το ευρώ, το 2001, είχε μία μη διαφοροποιημένη οικονομία στηριγμένη στον τουρισμό, την ναυτιλία και τη γεωργία. Είχε, λοιπόν, πολλά κοινά με την Αργεντινή πριν από μία δεκαετία, όταν η κυβέρνηση του Κάρλος Μενέμ είχε συνδέσει το πέσο με το δολάριο. Και σε αυτό ακριβώς το σημείο έγκειται η ουσία του προβλήματος, υπογραμμίζει ο Ιάσονας Μανωλόπουλος. Η Ευρωζώνη για την Ελλάδα είναι μία μη βιώσιμη κατάσταση διασύνδεσής της με το συγκεκριμένο νόμισμα. Αρχικά δημιούργησε μία επίφαση πλούτου, επιτρέποντας στη χώρα να δανείζεται σε σκληρό νόμισμα, ενώ τα εν λόγω δάνεια με δυσκολία θα τα αποπλήρωνε. Οπως και στην Αργεντινή τη δεκαετία του 1990 οι χρηματοδοτούμενες με δάνεια δαπάνες απέκρυπταν την έλλειψη βιώσιμης ανάπτυξης.
«Οι Ελληνες πουλούσαν ντομάτες για να αγοράσουν Louis Vuitton και φαντάζονταν πως αυτό δεν θα σταματούσε ποτέ»,υπογραμμίζει με δικαιολογημένο σαρκασμό ο κ. Μανωλόπουλος.
Πολλά από τα χρήματα κατασπαταλήθηκαν και απομυζήθηκαν από αυτό που ο συγγραφέας αποκαλεί «ελληνικό περονισμό» ή την τακτική να μοιράζονται επιδοτήσεις και χάρες σε ομάδες συμφερόντων, αντί να γεννιέται πλούτος. Καταβροχθίζοντας εύκολα δάνεια, οι Ελληνες αγόραζαν δεύτερα σπίτια και εξοχικές κατοικίες, αλλά και Πόρσε Καγιέν για να πηγαίνουν σε αυτές. Ο άρτι δημιουργηθείς πλούτος δεν τους μεταμόρφωσε εν μια νυκτί σε υποδείγματα πολιτών.
Ο Ιάσονας Μανωλόπουλος βομβαρδίζει τους αναγνώστες με αριθμούς, ξεκινώντας από τους 321 πολίτες άνω των 100 ετών, οι οποίοι έχουν πεθάνει, αλλά εξακολουθούν να συνταξιοδοτούνται.
Και συνεχίζει με τους 324 ιδιοκτήτες ακινήτων στα βόρεια προάστια των Αθηνών, οι οποίοι δήλωσαν στην εφορία την πισίνα τους όταν στην περιοχή ο δορυφόρος κατέγραψε 16.974 πισίνες σε κατοικίες.
Σαν να μην έφθαναν όλα αυτά, η Ελλάδα έχει και συνενόχους. Είναι οι φιλόδοξοι Ευρωπαίοι ηγέτες, οι οποίοι ήθελαν να δημιουργήσουν τη μεγαλύτερη αυτοκρατορία του ευρώ στην ιστορία και άφησαν «παραθυράκια», τα οποία επέτρεψαν στους Ελληνες να «μαγειρέψουν» τα στοιχεία για το δημοσιονομικό τους έλλειμμα. Είναι και οι βορειοευρωπαϊκές τράπεζες, οι οποίες χαίρονταν πολύ να δανείζουν δισεκατομμύρια ευρώ στις ελληνικές κυβερνήσεις, τα περισσότερα εκ των οποίων τα δαπανούσαν σε αμυντικό εξοπλισμό από γερμανικές και γαλλικές εταιρείες, τονίζει ο συγγραφέας. Μπορεί οι Γερμανοί αναγνώστες να βρουν αρκετά επιχειρήματα στο βιβλίο του εναντίον της ελληνικής διάσωσης. Αλλά δεν θα ικανοποιηθούν από την ανάλυσή του, ότι το ευρώ έσυρε τη χώρα τους έξω από την ύφεση και ενίσχυσε τις εξαγωγές της, καθιστώντας την την πιο ωφελημένη από αυτό.

Δεν υπάρχουν σχόλια: