Πόσο μπροστά είναι πια ο Μάρτιν Σκορσέζε;
Ο τίτλος του μεγαλύτερου εν ενεργεία Αμερικανού σκηνοθέτη είναι αρκετά βαρύς, όπως κι αν το κάνουμε… Αλλά αν εξετάσει κάποιος προσεκτικά τους κινηματογραφικούς ανταγωνιστές του, θα δει ότι ο Μάρτιν Σκορσέζε έχει ξεφύγει για τα καλά σε αυτόν τον άτυπο αγώνα δρόμου. Το «Hugo» και οι δύο προσωπικές του υποψηφιότητες για Όσκαρ ήρθαν απλώς για να το επιβεβαιώσουν.
Ο πανούργος Νεοϋορκέζος ανήκει στη χρυσή γενιά των δημιουργών που αναγέννησαν το αμερικανικό σινεμά, την εποχή μάλιστα που αυτό είχε χρεοκοπήσει μέσα στη δίνη της κοινωνικοπολιτικής θύελλας στα τέλη των ’60s. Ήταν τότε που, με φόντο τη γενικότερη αντικομφορμιστική αμφισβήτηση, μια ομάδα ταλαντούχων σκηνοθετών έρχεται να δώσει πνοή στο καλλιτεχνικά αφυδατωμένο Χόλιγουντ. Από τους «movie brats» –όπως αποκαλείται χαϊδευτικά η πάλαι ποτέ δραστήρια σκηνοθετική παρέα– το ανήσυχο πνεύμα του Μπράιαν ντε Πάλμα ξεθύμανε νωρίς, η κοινωνική ματιά του Φράνσις Φορντ Κόπολα έχει εδώ και χρόνια χάσει τη διορατικότητά της, ενώ ο πάντα πιο ουδέτερος και φαντασμαγορικός Στίβεν Σπίλμπεργκ έχει επικεντρωθεί στη χρυσοφόρα παραγωγή.
Αντίθετα, στα 69 του χρόνια, ο ακούραστος Μάρτιν Σκορσέζε φαίνεται να μην καταλαβαίνει τι σημαίνουν δημιουργική φθορά και πτώση… Χωρίς να εφησυχάζει λεπτό, δείχνει πάντα έτοιμος να ανταποκριθεί στις πάμπολλες προκλήσεις του δυναμικού κινηματογραφικού μέσου. Έτσι και τώρα, βλέποντας το σινεμά να μπαίνει για τα καλά στην εποχή των τριών διαστάσεων, επιλέγει –αντί για τη μεμψιμοιρία και τη δημιουργική αμηχανία των περισσότερων συνομηλίκων του– να κάνει ένα βήμα μπροστά με το «Hugo». Και σπάζοντας τους κανόνες της 3D τεχνοτροπίας, συγκεντρώνει 11 οσκαρικές υποψηφιότητες. Αυτή δεν είναι ούτως ή άλλως η σκηνοθετική ιστορία του Μάρτιν Σκορσέζε; Μια συνεχής αναμέτρηση με τους άγραφους χολιγουντιανούς κανόνες που ξαπλώνουν την ανήσυχη αμερικανική δημιουργικότητα στο κρεβάτι του Προκρούστη.
Η μη γραμμική αφήγηση, τα αποκαλυπτικά φλας μπακ, ο συνδυασμός του ακραία βίαιου street ρεαλισμού με υποκειμενικά παραμορφωμένα πλάνα, το ρυθμικό μοντάζ, το ζοφερό νεοϋορκέζικο σκηνικό, οι ηλεκτρισμένες ροκιές, η επιλογή σταθερών συνεργατών που πλαισίωναν τις παραγωγές του ανεξάρτητα από το εκάστοτε στούντιο είναι στοιχεία που δόμησαν το ξεχωριστό κινηματογραφικό του στιλ κι έκαναν αρκετές φορές τη χολιγουντιανή παραγωγή να του γυρίσει την πλάτη. Βέβαια, το αναλλοίωτο κινηματογραφικό χαρακτηριστικό του Μάρτιν δεν είναι άλλο από τον σκορσεζικό ήρωα, τον μαχητή που μας σύστησε στην οθόνη πριν από περίπου σαράντα χρόνια με τους «Κακόφημους Δρόμους» και ο οποίος συνεχίζει να μας συναρπάζει.
Αντίθετα, στα 69 του χρόνια, ο ακούραστος Μάρτιν Σκορσέζε φαίνεται να μην καταλαβαίνει τι σημαίνουν δημιουργική φθορά και πτώση… Χωρίς να εφησυχάζει λεπτό, δείχνει πάντα έτοιμος να ανταποκριθεί στις πάμπολλες προκλήσεις του δυναμικού κινηματογραφικού μέσου. Έτσι και τώρα, βλέποντας το σινεμά να μπαίνει για τα καλά στην εποχή των τριών διαστάσεων, επιλέγει –αντί για τη μεμψιμοιρία και τη δημιουργική αμηχανία των περισσότερων συνομηλίκων του– να κάνει ένα βήμα μπροστά με το «Hugo». Και σπάζοντας τους κανόνες της 3D τεχνοτροπίας, συγκεντρώνει 11 οσκαρικές υποψηφιότητες. Αυτή δεν είναι ούτως ή άλλως η σκηνοθετική ιστορία του Μάρτιν Σκορσέζε; Μια συνεχής αναμέτρηση με τους άγραφους χολιγουντιανούς κανόνες που ξαπλώνουν την ανήσυχη αμερικανική δημιουργικότητα στο κρεβάτι του Προκρούστη.
Η μη γραμμική αφήγηση, τα αποκαλυπτικά φλας μπακ, ο συνδυασμός του ακραία βίαιου street ρεαλισμού με υποκειμενικά παραμορφωμένα πλάνα, το ρυθμικό μοντάζ, το ζοφερό νεοϋορκέζικο σκηνικό, οι ηλεκτρισμένες ροκιές, η επιλογή σταθερών συνεργατών που πλαισίωναν τις παραγωγές του ανεξάρτητα από το εκάστοτε στούντιο είναι στοιχεία που δόμησαν το ξεχωριστό κινηματογραφικό του στιλ κι έκαναν αρκετές φορές τη χολιγουντιανή παραγωγή να του γυρίσει την πλάτη. Βέβαια, το αναλλοίωτο κινηματογραφικό χαρακτηριστικό του Μάρτιν δεν είναι άλλο από τον σκορσεζικό ήρωα, τον μαχητή που μας σύστησε στην οθόνη πριν από περίπου σαράντα χρόνια με τους «Κακόφημους Δρόμους» και ο οποίος συνεχίζει να μας συναρπάζει.
Are you talkin' to me?
Στο πλατό του «Νησιού των Καταραμένων»
Οι πρωταγωνιστές του πάντα είχαν χαραγμένο επάνω τους το προπατορικό αμάρτημα. Ο ήρωας των σκορσεζικών ταινιών είναι ένας άνθρωπος που γεύεται παθιασμένα τη δόξα και την επιτυχία, για να γκρεμοτσακιστεί κατόπιν στα βράχια της οδυνηρής πραγματικότητας και να φτάσει κατ’ αυτόν τον τρόπο στη λύτρωση. Η προσωπική άνοδος και η πτώση που οδηγούν στη βίαιη κάθαρση είναι το «θρησκευτικό» μοτίβο που κρύβεται προσεκτικά πίσω από κάθε κινηματογραφική ιστορία του Μάρτιν Σκορσέζε.
Στην αρχή της καριέρας του ο Αμερικανός πρωτοπόρος σκηνοθέτης το εφαρμόζει σε αυτό που γνωρίζει καλύτερα μέσα από τα προσωπικά του βιώματα, δηλαδή την ιταλική μαφία και το γκανγκστερικό περιθώριο της Νέας Υόρκης. Το 1973 είναι ο Τσάρλι Κάπα –τον οποίο υποδύεται ο κολλητός του Χάρβεϊ Καιτέλ– αυτός που θα βάλει το χέρι του στη φωτιά στους «Βίαιους Δρόμους», σε μια κίνηση αυτοκάθαρσης που πηγάζει από την καθολική παιδεία του Νεοϋορκέζου auteur, ο οποίος λίγο έλειψε στα νιάτα του να γίνει ιερέας. Ύστερα από τρία χρόνια θα βρει στο δρόμο του τον νεαρό Πολ Σρέιντερ, έναν γαλουχημένο με αυστηρές καλβινιστικές αξίες σεναριογράφο που θα γράψει το σενάριο του «Ταξιτζή».
Ο οριακός ήρωας Τράβις Μπικλ κάνει το δικό του ταξίδι στην κόλαση πληρώνοντας από τη μία τις συλλογικές «αμαρτίες» του Βιετνάμ και ανεβαίνοντας από την άλλη τον προσωπικό Γολγοθά του ανεκπλήρωτου ερωτικού πάθους. Όλα αυτά, βέβαια, δεξιοτεχνικά μπολιασμένα με το συναρπαστικό σκορσεζικό κινηματογραφικό σύμπαν, που απεικονίζει με ντοκιμαντερίστικη λεπτομέρεια τη μητροπολιτική τοξικότητα της Νέας Υόρκης, σε ένα σκοτεινό καμβά με τα έντονα χρωματικά κοντράστ να δημιουργούν μια γλυκιά οπτική παραζάλη. Ο Τράβις Μπικλ θα μετατραπεί αργότερα σε pop icon και η ατάκα του «Are you talkin' to me?» θα γίνει ένα από τα δημοφιλέστερα quotes στην ιστορία του σινεμά.
Η αμφιλεγόμενη συνεργασία του σκηνοθέτη με τον Πολ Σρέιντερ θα τον οδηγήσει σε ακόμη ένα πρόωρο αριστούργημα. Στο «Οργισμένο Είδωλο» (1980) η αληθινή ιστορία του πυγμάχου Τζέικ ΛαΜότα θα του δώσει την αφορμή να αφηγηθεί άλλη μία επώδυνη διαδρομή προς την πνευματική λύτρωση, συνδυασμένη με την αμφίσημη όψη της βίας και της μάτσο αρρενωπότητας. Το ασπρόμαυρο πυγμαχικό του δράμα θα σημάνει το τέλος της πιο ζωηρής δημιουργικής περιόδου στην καριέρα του και ταυτόχρονα θα καταδείξει ευκρινώς δύο στοιχεία της ιδιότυπης κινηματογραφικής γραφής του: την εμμονή του σε σταθερούς πρωταγωνιστές –όπως ο Ρόμπερτ ντε Νίρο και αργότερα οι Ντάνιελ Ντέι Λιούις και Λεονάρντο ντι Κάπριο– και την καθιέρωση του ιδανικού για εκείνον κινηματογραφικού σκηνικού, που ήταν και παραμένουν οι βρόμικοι δρόμοι και το κοινωνικό περιθώριο.
Ο τελευταίος ισχυρισμός θα αποδειχτεί πανηγυρικά όταν το 1990, ύστερα από μια δεκαετία γεμάτη δημιουργικά φλερτ με την ανεξάρτητη γλυκόπικρη κωμωδία («Μετά τα Μεσάνυχτα»), το mainstream σινεμά («Το Χρώμα του Χρήματος») και το τολμηρό θρησκευτικό δράμα («Ο Τελευταίος Πειρασμός»), θα σκηνοθετήσει άλλο ένα γκανγκστερικό instant classic, τα «Καλά Παιδιά». Ανεξάρτητα από τα ετερόκλητα κινηματογραφικά στιλ που χρησιμοποιεί, ο προτεσταντικός-αγωνιστής ήρωας του Μάρτιν Σκορσέζε είναι πάντα παρών. Από τα κοστουμάτα «Χρόνια της Αθωότητας», το βίαιο «Καζίνο» και το θρησκευτικό οδοιπορικό στο Θιβέτ «Kundun» οι πρωταγωνιστές του Νεοϋορκέζου δημιουργού αιωρούνται ανάμεσα στον παράδεισο και στην κόλαση, καταλήγοντας στην προσωπική θυσία που οδηγεί στη λύτρωση. Αυτό συμβαίνει ακόμη και όταν ο Μάρτιν Σκορσέζε μπαίνει δυναμικά, μετά το 2000, στον κόσμο του επικού θεάματος. Από εδώ και στο εξής ο ήρωάς του θα είναι ο αναγεννημένος Λεονάρντο ντι Κάπριο, ο οποίος θα υποδυθεί διαδοχικά τον Άμστερνταμ Βάλον («Συμμορίες της Νέας Υόρκης»), τον μεγιστάνα Χάουαρντ Χιουζ («Ιπτάμενος Κροίσος») και τον Μπίλι («Πληροφοριοδότης»), ο οποίος χάρισε το 2006 το πρώτο Όσκαρ στον αδικημένο από την Ακαδημία δημιουργό. Έφτασε άραγε η ώρα για τον επόμενο οσκαρικό θρίαμβο του Σκορσέζε;
Στην αρχή της καριέρας του ο Αμερικανός πρωτοπόρος σκηνοθέτης το εφαρμόζει σε αυτό που γνωρίζει καλύτερα μέσα από τα προσωπικά του βιώματα, δηλαδή την ιταλική μαφία και το γκανγκστερικό περιθώριο της Νέας Υόρκης. Το 1973 είναι ο Τσάρλι Κάπα –τον οποίο υποδύεται ο κολλητός του Χάρβεϊ Καιτέλ– αυτός που θα βάλει το χέρι του στη φωτιά στους «Βίαιους Δρόμους», σε μια κίνηση αυτοκάθαρσης που πηγάζει από την καθολική παιδεία του Νεοϋορκέζου auteur, ο οποίος λίγο έλειψε στα νιάτα του να γίνει ιερέας. Ύστερα από τρία χρόνια θα βρει στο δρόμο του τον νεαρό Πολ Σρέιντερ, έναν γαλουχημένο με αυστηρές καλβινιστικές αξίες σεναριογράφο που θα γράψει το σενάριο του «Ταξιτζή».
Ο οριακός ήρωας Τράβις Μπικλ κάνει το δικό του ταξίδι στην κόλαση πληρώνοντας από τη μία τις συλλογικές «αμαρτίες» του Βιετνάμ και ανεβαίνοντας από την άλλη τον προσωπικό Γολγοθά του ανεκπλήρωτου ερωτικού πάθους. Όλα αυτά, βέβαια, δεξιοτεχνικά μπολιασμένα με το συναρπαστικό σκορσεζικό κινηματογραφικό σύμπαν, που απεικονίζει με ντοκιμαντερίστικη λεπτομέρεια τη μητροπολιτική τοξικότητα της Νέας Υόρκης, σε ένα σκοτεινό καμβά με τα έντονα χρωματικά κοντράστ να δημιουργούν μια γλυκιά οπτική παραζάλη. Ο Τράβις Μπικλ θα μετατραπεί αργότερα σε pop icon και η ατάκα του «Are you talkin' to me?» θα γίνει ένα από τα δημοφιλέστερα quotes στην ιστορία του σινεμά.
Η αμφιλεγόμενη συνεργασία του σκηνοθέτη με τον Πολ Σρέιντερ θα τον οδηγήσει σε ακόμη ένα πρόωρο αριστούργημα. Στο «Οργισμένο Είδωλο» (1980) η αληθινή ιστορία του πυγμάχου Τζέικ ΛαΜότα θα του δώσει την αφορμή να αφηγηθεί άλλη μία επώδυνη διαδρομή προς την πνευματική λύτρωση, συνδυασμένη με την αμφίσημη όψη της βίας και της μάτσο αρρενωπότητας. Το ασπρόμαυρο πυγμαχικό του δράμα θα σημάνει το τέλος της πιο ζωηρής δημιουργικής περιόδου στην καριέρα του και ταυτόχρονα θα καταδείξει ευκρινώς δύο στοιχεία της ιδιότυπης κινηματογραφικής γραφής του: την εμμονή του σε σταθερούς πρωταγωνιστές –όπως ο Ρόμπερτ ντε Νίρο και αργότερα οι Ντάνιελ Ντέι Λιούις και Λεονάρντο ντι Κάπριο– και την καθιέρωση του ιδανικού για εκείνον κινηματογραφικού σκηνικού, που ήταν και παραμένουν οι βρόμικοι δρόμοι και το κοινωνικό περιθώριο.
Ο τελευταίος ισχυρισμός θα αποδειχτεί πανηγυρικά όταν το 1990, ύστερα από μια δεκαετία γεμάτη δημιουργικά φλερτ με την ανεξάρτητη γλυκόπικρη κωμωδία («Μετά τα Μεσάνυχτα»), το mainstream σινεμά («Το Χρώμα του Χρήματος») και το τολμηρό θρησκευτικό δράμα («Ο Τελευταίος Πειρασμός»), θα σκηνοθετήσει άλλο ένα γκανγκστερικό instant classic, τα «Καλά Παιδιά». Ανεξάρτητα από τα ετερόκλητα κινηματογραφικά στιλ που χρησιμοποιεί, ο προτεσταντικός-αγωνιστής ήρωας του Μάρτιν Σκορσέζε είναι πάντα παρών. Από τα κοστουμάτα «Χρόνια της Αθωότητας», το βίαιο «Καζίνο» και το θρησκευτικό οδοιπορικό στο Θιβέτ «Kundun» οι πρωταγωνιστές του Νεοϋορκέζου δημιουργού αιωρούνται ανάμεσα στον παράδεισο και στην κόλαση, καταλήγοντας στην προσωπική θυσία που οδηγεί στη λύτρωση. Αυτό συμβαίνει ακόμη και όταν ο Μάρτιν Σκορσέζε μπαίνει δυναμικά, μετά το 2000, στον κόσμο του επικού θεάματος. Από εδώ και στο εξής ο ήρωάς του θα είναι ο αναγεννημένος Λεονάρντο ντι Κάπριο, ο οποίος θα υποδυθεί διαδοχικά τον Άμστερνταμ Βάλον («Συμμορίες της Νέας Υόρκης»), τον μεγιστάνα Χάουαρντ Χιουζ («Ιπτάμενος Κροίσος») και τον Μπίλι («Πληροφοριοδότης»), ο οποίος χάρισε το 2006 το πρώτο Όσκαρ στον αδικημένο από την Ακαδημία δημιουργό. Έφτασε άραγε η ώρα για τον επόμενο οσκαρικό θρίαμβο του Σκορσέζε;
«Hugo»: νοσταλγικό και τρισδιάστατο
Ο Μάρτιν Σκορσέζε στο έρημο σκηνικό του «Casino»
Είναι γνωστό ότι ο Σκορσέζε αποτελεί κινούμενη κινηματογραφική εγκυκλοπαίδεια, έχοντας εγγράψει στο σκληρό δίσκο του εγκεφάλου του χιλιάδες φιλμ. Ουδέποτε όμως το σινεφίλ πάθος του δεν είχε αποτυπωθεί με τόση ευκρίνεια στην οθόνη όσο στο «Hugo». Homage στην αναλλοίωτη μαγεία του σινεμά, το φαντασμαγορικό δράμα του χρησιμοποιεί την πιο σύγχρονη τεχνολογία για να φτάσει στον πυρήνα της κινηματογραφικής απόλαυσης.
Η παρθενική 3D ταινία του ακούραστου 69χρονου σκηνοθέτη αποτελεί το πέρασμα της τρισδιάστατης τεχνοτροπίας στη συναρπαστική καινούργια της εποχή, μακριά από τους περιορισμούς του παρελθόντος. Εθισμένος εδώ και δεκαετίες στη δημιουργική πρωτοπορία, ο Σκορσέζε δεν φοβάται να ξαναδοκιμάσει τα όρια του μέσου, φέρνοντας την επανάσταση στην 3D live action απεικόνιση, αποφεύγοντας μάλιστα τις computerized ευκολίες.
Με συμβολικό πρωταγωνιστή τον πιονέρο της φαντασίας στην οθόνη Ζορζ Μελιές, ο πολυμήχανος Νεοϋορκέζος εφοδιάζει την κινηματογραφική φαρέτρα του με νέα πανίσχυρα και απολαυστικότατα δημιουργικά βέλη. Θα φτάσει όμως ο τρισδιάστατος οπτικός ηδονισμός του «Hugo» για να κερδίσει την οσκαρική κούρσα; Όπως κι αν έχει, με δέκα υποψηφιότητες πλέον και μόλις ένα Όσκαρ στην κατοχή του, ο μεγαλύτερος εν ενεργεία Αμερικανός σκηνοθέτης είναι μαθημένος να φεύγει από το Kodak Theater με άδεια χέρια...
Η παρθενική 3D ταινία του ακούραστου 69χρονου σκηνοθέτη αποτελεί το πέρασμα της τρισδιάστατης τεχνοτροπίας στη συναρπαστική καινούργια της εποχή, μακριά από τους περιορισμούς του παρελθόντος. Εθισμένος εδώ και δεκαετίες στη δημιουργική πρωτοπορία, ο Σκορσέζε δεν φοβάται να ξαναδοκιμάσει τα όρια του μέσου, φέρνοντας την επανάσταση στην 3D live action απεικόνιση, αποφεύγοντας μάλιστα τις computerized ευκολίες.
Με συμβολικό πρωταγωνιστή τον πιονέρο της φαντασίας στην οθόνη Ζορζ Μελιές, ο πολυμήχανος Νεοϋορκέζος εφοδιάζει την κινηματογραφική φαρέτρα του με νέα πανίσχυρα και απολαυστικότατα δημιουργικά βέλη. Θα φτάσει όμως ο τρισδιάστατος οπτικός ηδονισμός του «Hugo» για να κερδίσει την οσκαρική κούρσα; Όπως κι αν έχει, με δέκα υποψηφιότητες πλέον και μόλις ένα Όσκαρ στην κατοχή του, ο μεγαλύτερος εν ενεργεία Αμερικανός σκηνοθέτης είναι μαθημένος να φεύγει από το Kodak Theater με άδεια χέρια...
οι πιο... σκορσεζικοί ήρωες του σινεμά
Τράβις Μπίκλ «Ταξιτζής»
Ένας από τους πλέον αναγνωρίσιμους διαταραγμένους ήρωες του σινεμά. Η εφιαλτική κάθοδος ενός μοναχικού Ρόμπερτ ντε Νίρο στην τρέλα αποκάλυψε με κάθε λεπτομέρεια τη δαιμονιώδη βιρτουοζιτέ του Σκορσέζε.
Τζέικ Λαμότα «Οργισμένο Είδωλο»
Άλλη μία οριακή σκορσεζική προσωπικότητα που παλεύει με τους προσωπικούς της δαίμονες. Η κτηνώδης βία που κυριεύει τον Αμερικανό πυγμάχο (όσκαρ για τον ντε Νίρο) είναι το εισιτήριό του για την επαγγελματική επιτυχία και την… επίγεια κόλαση.
Έντι Φέλσον «Το Χρώμα του Χρήματος»
Ο Πολ Νιούμαν (Όσκαρ α΄ αντρικού ρόλου) από ασυμβίβαστος πρωταθλητής γίνεται, είκοσι πέντε χρόνια μετά το «Ο Κόσμος Είναι Δικός Μου», κυνικός μάνατζερ του μπιλιάρδου. Η λύτρωση θα έρθει αυτήν τη φορά πάνω στην πράσινη τσόχα.
Χένρι Χιλ «Τα Καλά Παιδιά»
Ο πιτσιρικάς από το Μπρούκλιν ανεβαίνει σκαλί σκαλί στην κορυφή της ιταλικής μαφίας. Το αμερικανικό όνειρο θα εξελιχτεί σε εφιάλτη για τον νεαρό γκάνγκστερ που υποδύεται ο Ρέι Λιότα στο πιο αμφιλεγόμενο φινάλε ταινίας του Σκορσέζε, υπό τους ήχους των Sex Pistols.
Χάουαρντ Χιουζ «Ιπτάμενος Κροίσος»
Ο εκκεντρικός μεγιστάνας μετατρέπεται σε ιδανικό σκορσεζικό ήρωα, φτάνοντας στην απόλυτη ευδαιμονία και από εκεί στον Άδη της ψυχικής διαταραχής. Αναμφίβολα ο ρόλος που εκτίναξε τη δεύτερη, ώριμη καριέρα του Ντι Κάπριο.
Ζορζ ΜελιΕές «Hugo»
Ο πρωτοπόρος της κινηματογραφικής μυθοπλασίας έχει παρατήσει το σινεμά απογοητευμένος από την ανθρώπινη αγνωμοσύνη. Η παιδική αθωότητα θα ξαναζωντανέψει τη δημιουργική του φλόγα, προσφέροντάς του μια αργοπορημένη πνευματική λύτρωση.
Ένας από τους πλέον αναγνωρίσιμους διαταραγμένους ήρωες του σινεμά. Η εφιαλτική κάθοδος ενός μοναχικού Ρόμπερτ ντε Νίρο στην τρέλα αποκάλυψε με κάθε λεπτομέρεια τη δαιμονιώδη βιρτουοζιτέ του Σκορσέζε.
Τζέικ Λαμότα «Οργισμένο Είδωλο»
Άλλη μία οριακή σκορσεζική προσωπικότητα που παλεύει με τους προσωπικούς της δαίμονες. Η κτηνώδης βία που κυριεύει τον Αμερικανό πυγμάχο (όσκαρ για τον ντε Νίρο) είναι το εισιτήριό του για την επαγγελματική επιτυχία και την… επίγεια κόλαση.
Έντι Φέλσον «Το Χρώμα του Χρήματος»
Ο Πολ Νιούμαν (Όσκαρ α΄ αντρικού ρόλου) από ασυμβίβαστος πρωταθλητής γίνεται, είκοσι πέντε χρόνια μετά το «Ο Κόσμος Είναι Δικός Μου», κυνικός μάνατζερ του μπιλιάρδου. Η λύτρωση θα έρθει αυτήν τη φορά πάνω στην πράσινη τσόχα.
Χένρι Χιλ «Τα Καλά Παιδιά»
Ο πιτσιρικάς από το Μπρούκλιν ανεβαίνει σκαλί σκαλί στην κορυφή της ιταλικής μαφίας. Το αμερικανικό όνειρο θα εξελιχτεί σε εφιάλτη για τον νεαρό γκάνγκστερ που υποδύεται ο Ρέι Λιότα στο πιο αμφιλεγόμενο φινάλε ταινίας του Σκορσέζε, υπό τους ήχους των Sex Pistols.
Χάουαρντ Χιουζ «Ιπτάμενος Κροίσος»
Ο εκκεντρικός μεγιστάνας μετατρέπεται σε ιδανικό σκορσεζικό ήρωα, φτάνοντας στην απόλυτη ευδαιμονία και από εκεί στον Άδη της ψυχικής διαταραχής. Αναμφίβολα ο ρόλος που εκτίναξε τη δεύτερη, ώριμη καριέρα του Ντι Κάπριο.
Ζορζ ΜελιΕές «Hugo»
Ο πρωτοπόρος της κινηματογραφικής μυθοπλασίας έχει παρατήσει το σινεμά απογοητευμένος από την ανθρώπινη αγνωμοσύνη. Η παιδική αθωότητα θα ξαναζωντανέψει τη δημιουργική του φλόγα, προσφέροντάς του μια αργοπορημένη πνευματική λύτρωση.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου